Έχοντας κατά νου όλα όσα επί σειρά ετών γράφονται για την κομμουνιστική περίοδο στον τόπο μας, αρχικά δίστασα να συντάξω το παρόν κείμενο. Θεώρησα πως δεν είμαι ο καθ' ύλην αρμόδιος, μιας και γεννήθηκα κατά την μεταβατική περίοδο και οι γνώσεις μου επί του θέματος δεν είναι άμεσα βιωματικές.
Κι όμως επιθυμώ να τολμήσω, διότι για μένα αποτελεί προσωπικό χρέος να αναφερθώ σε ένα πρόσωπο που με άγγιξε, χωρίς να επικεντρωθεί ποτέ η συζήτησή μας στα περί των διωγμών που ο ίδιος υπέστη.
Επιστρέφοντας μετά την περάτωση των σπουδών μου στον τόπο καταγωγής μου τη Δερβιτσάνη, η επαφή με άτομα τα οποία εντρυφούν στη λαογραφία και την ιστορία, είναι σχετικά άμεση. Έτσι κατόπιν μιας ευκαιρίας που μου δόθηκε, κατάφερα να γνωρίσω εκ του σύνεγγυς τον κύριο Σταύρο Γκούτζο. Μια εμβληματική μορφή του χώρου μας, αλλά και ευρύτερα όλης της Βορείου Ηπείρου. Δωρική φυσιογνωμία γεμάτη καλοσύνη και κέφι. Η ανθρώπινη ωραιότητα, κουρασμένη από τα χρόνια που πέρασε στα κάτεργα του Βορρά της Αλβανίας.
Εκείνο όμως που θα ήθελα να επισημάνω, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο αείμνηστος κ. Σταύρος, προσέγγιζε και κατανοούσε το χαρακτήρα των ανθρώπων γύρω του. Μιας και αρκετοί λένε πως δεν εμπιστεύονταν κάποιον εύκολα, τους θέτω το εξής ρητορικό ερώτημα:
«Τί κοινό είχαμε εμείς οι απαίδευτοι και ξεκούραστοι με εκείνον, ούτως ώστε να επιθυμήσει να μας εμπιστευτεί;»
Η εσωτερική του ανάγκη να διαφύγει στη μητέρα Ελλάδα κατά το διάστημα της πλήρους απομόνωσης στη χώρα, όχι μόνο τον ανέδειξε ως τον πρώτο αντιστασιακό της περιοχής, αλλά ταυτοχρόνως επεδείκνυε και τον αδάμαστο χαρακτήρα ενός νέου, ο οποίος δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να ενταχθεί στα προκαθορισμένα «καλούπια» του τυράννου Ε. Χότζα και των συν αυτώ.
Πολλές φορές στέκονταν σκεπτικός δίπλα μου, κάνοντάς με να επιθυμώ να μαντέψω τι μπορεί να συλλογίζεται ένας τέτοιος άνθρωπος. Ενώ το μεγαλύτερο δώρο που έλαβα από τον ίδιο, ήταν να με προσφωνεί πολλάκις με το μικρό μου όνομα – μιας και στη Βόρειο Ήπειρο συνηθίζεται να προσφωνούμε το επώνυμο κάποιου – και να συζητάμε διάφορα ωφέλιμα θέματα.
Αρκετές φορές θέλησα να τον ρωτήσω για την εποχή που ο ίδιος βασανίζονταν και πάλευε με θεούς και δαίμονες στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του καθεστώτος. Ωστόσο δεν το τόλμησα.. Το μόνο που κατάφερα να μάθω, ήταν η φιλική στάση με την οποία ο ίδιος προσέγγιζε και τους εντολοδόχους «φυλακισμένους» του συστήματος, οι οποίοι διενεργούσαν έναν αέναο ψυχολογικό πόλεμο σε εκείνον και στους συγκρατούμενους του.
Θαύμασα τον αείμνηστο κ. Σταύρο όσο κανέναν άλλο άνθρωπο στον τόπο μας, καθώς με έκανε να καταλάβω πως είμαστε «άγουροι» ακόμα στην πρόοδο και την ελευθερία.
«Οι ίδιοι και οι ίδιοι είναι μωρέ Γιώργο μου… Αυτοί που ήταν τότες, αυτοί είναι και τώρα..!», μου έλεγε δείχνοντάς μου να καταλάβω πως η φυγή των νέων είναι μονόδρομος υπό τις επικρατούσες συνθήκες. Ο ίδιος επιθυμούσε διακαώς την πρόοδο των γιων του, την οποία δεν πρόφθασε να δει να επιτυγχάνεται στον ανώτερο βαθμό της.
Ωστόσο γνωρίζω πως έφυγε πράος και γαλήνιος, πράγμα που μαρτυρούσε το πρόσωπό του κατά την ημέρα της κηδείας του. Ένα πρόσωπο που μας δίδαξε πως καμία τυραννία δε μπορεί να κατευνάσει την πίστη, την ανθρωπιά και την ψυχή ενός γνήσιου κι ελεύθερου Έλληνα. Ο Θεός κατοικούσε μέσα του με έναν απλοϊκό τρόπο, χωρίς φανφάρες και περίσσια τερτίπια. Εξέφραζε με το βλέμμα του και τα λάθη και τα ατοπήματα. Σου παρείχε τη δυνατότητα να τον καταλάβεις τόσο όσο ο ίδιος επιθυμούσε.
Πάλεψε με τα θεριά και αναδείχθηκε νικητής μάρτυρας ενός στυγνού και ανελέητου εχθρού…
Εκείνου της απάνθρωπης αλαζονείας!
Γιώργος Γκοτζιάς
Πηγή: Himara.gr
Advertisement