Ας υποθέσουμε ότι έχετε απέναντί σας τον εαυτό σας όταν ήταν παιδί και πρέπει να τον συστήσετε σε άλλους. Τι θα λέγατε; Άλλαξε κάτι από τότε;
Δεν νομίζω πως άλλαξαν και πολλά από τότε. Αυτό το παιδί είναι μέσα μου. Λιγάκι ρομαντικό, να ονειροπολεί. Δεν ξέρω πού τελειώνει το παιδικό όνειρο και πού αρχίζουν οι πράξεις του ώριμου άνδρα. Ενα παιδί που με τις ώρες αφουγκράζεται τις φωνές της νύχτας και με μεγάλη περιέργεια παρακολουθεί πως γλιστρούν και πέφτουν στο χάος τα άστρα. Αν συστήσω σε άλλους αυτό το παιδί; Θα τους έλεγα:
«Πείτε του ένα παραμύθι για ν' αποκοιμηθεί».
Πώς ακούτε την ποιητική φωνή σας διαβάζοντας τους στίχους σας;
Πάντα αμφιβάλλω αν αυτή η φωνή που ακούγεται πηγάζει από μέσα μου, μεταφέρει τη δική μου εσωτερική φωνή, της ψυχής. Αποφεύγω να διαβάζω φωναχτά τα ποιήματά μου. Φοβάμαι μήπως αποξενώνομαι από το περιεχόμενό τους. Αν το ποίημα έχει να κάνει με τον άνθρωπο και τον τόπο του, τότε και η ανάγνωσή του από τον ίδιο τον δημιουργό, είναι ένα είδος προσευχής... Οταν είμαι υποχρεωμένος να διαβάζω στίχους μου με υψηλή φωνή, μου δημιουργείται μια κάποια ανησυχία και περιέργεια.
Επίγονο ποιων ποιητών θεωρείτε τον εαυτό σας;
Ο πρώτος μεγάλος δάσκαλός μου ήταν το ηπειρώτικο δημοτικό τραγούδι. Ισως και λόγω συνθηκών. Ηταν η ποίηση που άκουσα και βίωσα πριν ακόμη να πηγαίνω στο σχολείο. Δημοτικά τραγούδια της Ηπείρου, μπαλάντες και μοιρολόγια. Τ' άκουγα στο σπίτι μου, στο περιβάλλον που μεγάλωσα, στα κοινά γλέντια. Ηπια νερό στην πηγή της δημοτικής παράδοσης. Φυσικά, μετά ήρθα σ' επαφή με την ποίηση γνωστών ποιητών, ελλήνων και ξένων, χωρίς όμως να εγκλωβιστώ σε κάποιους συγκεκριμένους, όπως πιστεύω.
Η ποίηση αδικεί τον ποιητή καθώς δεν μπορεί να τον θρέψει. Εσείς πως την αντιμετωπίζετε επαγγελματικά στον βίο σας;
Γράφω ποίηση ως λύτρωση και ψυχική ανάγκη. Ποτέ δεν σκέφτηκα πως μπορεί να βγάλω το ψωμί μου από το γράψιμο. Πιστεύω πως εκεί θα τελείωνε η ποίηση, απ' τη στιγμή που τη σχέση μαζί της θα την έβλεπα ως εμπορική. Στην ουσία, η ποίηση δεν με «αδικεί». Με καλύπτει πνευματικά. Λειτουργεί και ως γιατρικό, αφού έτσι μοιραζόμαστε τον πόνο και με άλλους. Εχω παρατηρήσει μοναχικούς ανθρώπους να σιγοτραγουδούν, να βγάζουν τον πόνο, τον καημό τους με το τραγούδι. Να ξελαφρώνουν την ψυχή τους. Για χρήματα το κάνουν; Θρέφω την ποίηση με το χρόνο και το συναίσθημά μου που της αφιερώνω και δεν με θρέφει... Απλώς, μου τα επιστρέφει ως γιατρικό.
Πώς σας επισκέπτονται οι ιστορίες που γράφετε γι' αυτές;
Πολλές από τις ιστορίες είναι μέσα μου. Αλλες έρχονται. Δεν τις ψάχνω. Φτάνει ένα άγγιγμα, ένα αεράκι ή ένα χρώμα για να ξυπνήσουν, να βγουν στην επιφάνεια, να με ταρακουνήσουν επίμονα ως που να γίνουν στίχοι.Υπάρχουν κι άλλες στιγμές που με επισκέπτονται ακάλεστες. Στιγμές που μπορεί να σε πληγώσει και μια σοφή εικόνα, από αυτές που μιλούν. Δεν αφήνω τη στιγμή να μου διαφύγει. Προσπαθώ να την συγκρατήσω, να τη βιώσω καλύτερα. Με αιχμαλωτίζει ως που να γίνει ποίηση και να λυτρωθώ.
Η αρματωσιά των ποιητικών σας διαδρομών σε τι διαφέρει από αυτές των ομότεχνών σας;
Δεν είναι αληθινός ποιητής αυτός που δεν απόχτησε δική του οντότητα, αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει. Ο καθένας μας διανύει τη δική του ποιητική πορεία μέσα από το μονοπάτι που ο ίδιος διάνοιξε. Διαφέρουμε πνευματικά, είμαι ο εαυτός μου.
Ο χώρος της ποίησης και της λογοτεχνίας, όπως έχει δείξει η ιστορία, είναι τόπος μικρών και μεγάλων αψιμαχιών. Εσείς πώς τις βιώνετε;
Δεν συμμετέχω. Αποφεύγω τα ναρκοπέδια. Υπάρχουν πολύ πιο χρήσιμα πράγματα απ' τις εφήμερες αψιμαχίες.Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι μόνον η ποιότητα των όσων γράφω.
Η ποίηση έχει διάρκεια και διαδρομή. Εσείς πως έχετε σχεδιάσει την πορεία σας προς την ολοκλήρωση του έμμετρου αγώνα που επιτελείτε;
Δεν σχεδιάζω. Συνεχίζω τη διαδρομή μου. Είναι η ποίηση που με οδηγεί και όχι εγώ αυτήν. Είναι το κάλεσμά της. Αν είναι ότι κάποιος θα παρατήσει τον άλλον, αν κάποτε συμβεί, σίγουρα που αυτός δεν θα είμαι εγώ. Παραμένω στη διάθεσή της.
Στον επέκεινα χρόνο πού νομίζετε ότι θα βρίσκατε το πορτρέτο που ο ίδιος φιλοτεχνείτε;
Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Μα, δεν εργάζομαι γι' αυτό. Ζω ενεργά το σήμερα. Η υστεροφημία δεν μ' ενδιαφέρει. Αν κάποτε βρεθεί ένα ποίημα που θα αρέσει σε κάποιον; Θα είναι σαν το κεράκι που άγνωστος περαστικός ανάβει σε ξεχασμένον, χορταριασμένον τάφο.
Πώς ορίζετε το ποίημα που «αντέχει στον χρόνο»;
Αληθινό, ζωντανό και σοφό!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Βαγγέλης Ζαφειράτης γεννήθηκε στο χωριό Λαζάτι Νομού Αγίων Σαράντα. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο των Τιράνων.
Από μαθητής του γυμνασίου ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και ειδικότερα με την ποίηση. Δημοσιεύει ποίηση, πεζά, δοκίμια, λαογραφικές και εθνογραφικές μελέτες. Μεταφράζει ελληνική λογοτεχνία στην αλβανική γλώσσα.
Είναι ένας απ' τους συνιδρυτές της Εθνικής Οργάνωσης «Ομόνοια» του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Εχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του: Εμένα οι κάμποι με γνωρίζουν (Τίρανα, 1989), Δάκρυ της πέτρας (Αγιοι Σαράντα, 2002), Πέτρες και θάλασσα (Αγιοι Σαράντα, 2007), Σγουρός βασιλικός (Αθήνα, 2011), Η μοναξιά της πέτρας (Αθήνα, 2016), Μονότοξα (Αθήνα, 2018).
Μεταφράστηκαν και κυκλοφόρησαν στην αλβανική γλώσσα τα: Ηλιόλουστη πόλη (2009), Το μαύρο είναι λευκό (2013). Στη Βουλγαρία κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή Χρώμα του μελιού (2013), ενώ εκδόθηκαν στην Βουλγαρία και την Αλβανία τα δοκίμια Τα άνθη της σιωπής (2015, συνεργασία με την Αλμπένα Ντεκόβα).
Παράλληλα, έχει ασχοληθεί και με τη μετάφραση ελληνικής λογοτεχνίας στην αλβανική γλώσσα, όπως και τη δημοσίευση σε λογοτεχνικά περιοδικά διαφόρων ποιητών και διηγηματογράφων [βλ. σχετικά: Ανθολογία με Ελληνικά Διηγήματα - 28 Έλληνες συγγραφείς (2017, Τίρανα), ARS POETICA (συλλογή Ποιημάτων του Αντώνη Φωστιέρη, Τίρανα, 2019), Ανθολογία με Διηγήματα Κυπρίων Συγγραφέων (υπό έκδοση, στην αλβανική γλώσσα) με επιλογή και μετάφραση του ίδιου.
Αντώνης Σκιαθάς / pelop.gr
Advertisement