«Η Εθνική μας Επέτειος πρέπει ν' αποτελεί, για κάθε Έλληνα και διαχρονικώς, πηγή Εθνικών Διδαγμάτων και Έμπνευσης» τονίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος στο μήνυμά του προς τον Απόδημο Ελληνισμό με την ευκαιρία της Εθνικής Εορτής της 25ης Μαρτίου
«Η Εθνική μας Επέτειος πρέπει ν’ αποτελεί, για κάθε Έλληνα και διαχρονικώς, πηγή Εθνικών Διδαγμάτων και Έμπνευσης» τονίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος στο μήνυμά του προς τον Απόδημο Ελληνισμό με την ευκαιρία της Εθνικής Εορτής της 25ης Μαρτίου. Παράλληλα, καλεί Ελλαδίτες, και Απόδημους Έλληνες να δημιουργήσουν ένα αρραγές μέτωπο συνευθύνης και συντονισμού των ενεργειών τους για την προαγωγή των συμφερόντων της Πατρίδας, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι θα επιδεικνύουν πάντοτε τον δέοντα σεβασμό προς τις κοινωνίες όπου ζουν και ευδοκιμούν.
Μάλιστα, σημειώνει ότι «Αυτή η σύμπλευσή μας καθίσταται επιτακτική ιδίως κατά την τρέχουσα κρίσιμη συγκυρία, κατά την οποία αναδεικνύονται κορυφαίες προκλήσεις, των οποίων η έκβαση θα καθορίσει μακροπρόθεσμα το μέλλον της Ελλάδας, όπως και εκείνο της μεγάλης Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, στην οποία αμετάκλητα ανήκει η Χώρα μας. Αναφέρομαι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη».
Επικαλούμενος τον στίχο του ποιητή Ανδρέα Κάλβου «θέλει Αρετήν και Τόλμην η Ελευθερία» σημειώνει ότι «οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η κατά Ανδρέα Κάλβο Ελευθερία είναι συνώνυμη της Ευθύνης» και προσθέτει ότι «Ιδίως εμείς, οι Έλληνες, ως Λαός και ως Έθνος και μέσα στην σημερινή συγκυρία, οφείλουμε να θεωρήσουμε την Ελευθερία όχι ως ενεργοποίηση της ελεύθερης βούλησης κατ’ απόλυτη και ανεξέλεγκτη διακριτή ευχέρεια, αλλά ως Αρετή, η οποία, μέσω της Τόλμης, μετατρέπεται σε Ευθύνη για την επιλογή των στόχων που πρέπει να θέσουμε και των επέκεινα αποφάσεων που πρέπει να πάρουμε, προκειμένου να εκπληρώσουμε την αποστολή, η οποία μας αναλογεί και μας αρμόζει απέναντι στην Πατρίδα και στην Ιστορία μας».
Στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζει ότι στην σημερινή εποχή η Ελλάδα αποτελεί δύναμη Ειρήνης και Ασφάλειας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, που σέβεται εμπράκτως και απολύτως το Ευρωπαϊκό και το Διεθνές Δίκαιο στο σύνολό του. «Έτσι, επιδιώκει την φιλία και την συνεργασία με όλους της τους γείτονες, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί, ως αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης, να συμμετάσχει ενεργά στην οικοδόμηση μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρώπης, υπό όρους Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και σεβασμού του Κράτους Δικαίου, και κατ’ εξοχήν, του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου» τονίζει ο Πρόεδρος. Ακολούθως, επισημαίνει ότι οι βασικές αυτές αρχές, που διέπουν με σταθερότητα και συνέπεια την διεθνή συμπεριφορά της Χώρας μας έναντι πάντων, εξειδικεύονται ως εξής στις επιμέρους σχέσεις μας με τις γειτονικές μας χώρες:
Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία συνεπάγονται στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Ως προς τις Eλληνοτουρκικές σχέσεις, επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου καθώς και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000». ‘Αρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται πλήρως σεβαστές απ’ όλους. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, οι διατάξεις του οποίου την δεσμεύουν και με την μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.
Ως προς την Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, ευνοούμε την ευρωπαϊκή της προοπτική. Όμως η προοπτική αυτή προϋποθέτει, εκ μέρους της, τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, άρα του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου, κατ’ εξοχήν δε της Συνθήκης των Πρεσπών. Η οποία πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται, κατά το γράμμα της και το πνεύμα της, με τρόπο που δεν αφήνει ούτε ίχνος αλυτρωτισμού. Κατά συνέπεια, οιαδήποτε αντίθετη τακτική θα εμποδίζει, αυτονοήτως, την ευρωπαϊκή ενταξιακή πρόοδο της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας.
Ως προς την γείτονα Αλβανία, δεν είμαστε αντίθετοι στην ευρωπαϊκή της προοπτική. Πλην όμως αυτό έχει ως αυτονόητη προϋπόθεση τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, άρα τον σεβασμό του Κράτους Δικαίου και όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επομένως, συμπεριφορές όπως αυτές έναντι της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, οι οποίες υποτιμούν βάναυσα την αξία της Ανθρώπινης Ζωής ή προσβάλλουν απροκαλύπτως Θεμελιώδη Δικαιώματα, π.χ. το Δικαίωμα στην Ιδιοκτησία, συνιστούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την απρόσκοπτη ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας. Όπως αντίστοιχο εμπόδιο συνιστά η κάθε μορφής διεκδίκηση εντελώς ανυπόστατων δήθεν «δικαιωμάτων» των Αλβανών τσάμηδων, αδίστακτων συνεργατών των ναζί όπως έχει αποδειχθεί ιστορικώς.
Τέλος, κλείνοντας το μήνυμά του για την Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821, εκφράζει την ευγνωμοσύνη του Ελληνικού Λαού προς τον Ελληνισμό της Διασποράς υπογραμμίζοντας ότι αποτελεί αναπόσπαστο και πολύτιμο κομμάτι του Έθνους μας και σημειώνοντας ότι έχει συμβάλει τα μέγιστα ώστε η Πατρίδα ν’ ακολουθεί την Ιστορική της πορεία κατά την κληρονομιά της και τον προορισμό της.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Advertisement